ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΙΛΕΣΣΟΠΟΥΛΟΣ | |
Οι αβάσταχτες Κυριακές της ζωγραφικής |
|
Δεν υπάρχει ίσως στα νεοελληνικά γράμματα συγγραφέας που να έχει μιλήσει για τον εαυτό του και το έργο του με τέτοιο φιλοσοφικό βάθος, τόση κομψότητα ύφους και γλωσσικό πλούτο –επίσης με τέτοια γνώση της ψυχολογίας, όπως ο Κιλεσσόπουλος. Οι «Αβάσταχτες Κυριακές της ζωγραφικής» είναι ένα βιβλίο που θα μπορούσε κανείς, δίχως εννοιολογική υπέρβαση ή κι υπερβολή, να το ονομάσει εξαίρετο. Μερικά κεφάλαια, και μάλιστα κάποια κεφάλαια που μιλούν αποκλειστικά για τον ίδιο, κάνουν ιδιαίτερη εντύπωση. Ο συγγραφέας τους, αποκαλύπτεται όχι μόνο μέσα από τις ιδέες και τις σκέψεις του, μα κυρίως μέσα από το πάθος του για την έκθεση των αντικειμένων στο φως του εαυτού. Επίσης, μέσα από τη μαεστρία της γλώσσας, που ενίοτε, εξαιτίας της ώθησης του ορθού λόγου στις πιο ακραίες συνέπειές του, οδηγεί σε μια μορφή κειμένου όπου υπερβαίνεται η λογοτεχνία για να αναδυθεί ένα νέο είδος, στο οποίο συνυφαίνονται το βάθος της φιλοσοφίας, η καθαρότητα των μαθηματικών και η ελευθερία της ποίησης. Μα και σε πολλά από τα κείμενα που εκθέτουν τις απόψεις του συγγραφέα για την τέχνη και για συγκεκριμένους καλλιτέχνες, βλέπει κανείς κι απολαμβάνει οξυδέρκεια, παρατηρητικότητα μα και λεπτότατη ικανότητα ψυχανίχνευσης, που αποκαλύπτουν μπροστά στα μάτια του αναγνώστη όχι μόνο γυμνά αλλά και διάφανα τα μελετώμενα αντικείμενα ή πρόσωπα. Για παράδειγμα, μου έκανε εντύπωση το κείμενο για τον Τσαρούχη, έναν ζωγράφο που, προσωπικά, θεωρώ πολύ σπουδαίο μα και παραμορφωμένο από τις εύκολες αποφάνσεις περί της ερωτικότητάς του, καθώς και από την ιεροποίηση. Οι παρατηρήσεις του Κιλεσσόπουλου περί της αγωνίας του για αδιάκοπη έρευνα και αλλαγή, είναι κάτι παραπάνω από καίριες, αλλά επίσης με συγκλόνισαν οι τραγικές πλην απολύτως ευθύβολες επισημάνσεις του για την τελευταία περίοδο της ζωής του Τσαρούχη, τότε που αφηνόταν να τον περιφέρουν και να τον χρησιμοποιούν σαν κούκλο, όχι από δοξομανία, μα για να απολαύσει, με τον καβαφικό τρόπο, λίγη ακόμα μορφή και ψυχή των ανθρώπων και των πραγμάτων, παραμένοντας πάντα σεμνός και ανιδιοτελής. Είναι ένα από τα βαθύτερα κι ανθρωπινότερα κείμενα που έχω διαβάσει για τον άνθρωπο Τσαρούχη, μακριά από τις περιπλοκές και τα κυκλικώς αυτοοικονομούμενα ψεύδη της κριτικής και τη χυδαιότητα της δημοσιογραφίας. Θα το συνέκρινα με τα σοφά μες στη ζωτική τους απλότητα μα και δεξιοτεχνικά κείμενα που έχει γράψει ο ίδιος ο Τσαρούχης για τον εαυτό του. Σε μια χώρα σαν την Ελλάδα όπου το πνεύμα καθεύδει συνήθως, και που όταν ξυπνά, λοιδωρείται, ο Κιλεσσόπουλος κάνει δουλειά ομορφιάς και αλήθειας. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε άλλο.
|
|