"...στου
σύμπαντος τη μουσική αρχιτεκτονική" (σελίδα
1) |
||||||||
|
||||||||
Με τη σειρά «Κοσμικά Τοπία» εισάγεται στη ζωγραφική του Κιλεσσόπουλου μια νέα θεματολογία. Η νομοτέλεια του κοσμικού τοπίου είναι τελείως διαφορετική από του αστικού ή φυσικού και η δομή υπακούει σε γεωμετρία με νέους κανόνες, καθώς η γραμμική ή ευκλείδεια γεωμετρία παύει να ισχύει. Το στοιχείο του ορίζοντα ανατρέπεται και κυριαρχεί η σφαιρικότητα, η κίνηση, η περιστροφή. Από τα «Κοσμικά Τοπία» περνά στα «Νεφελώματα», (μακρινούς γαλαξίες ή σύνολο γαλαξιών), επιχειρώντας την πραγμάτωση ενός όσο το δυνατόν «ευρύ» τοπίου και επιδιώκοντας τη θέαση ενός εκτεταμένου χώρου και των διαπλοκών του χώρου αυτού. Σε μια Τρίτη φάση εντάσσονται οι «Κοσμικοί Χάρτες» και τα «Fractals», ή «θραυστά» κατά τον ευφυή όρο του Γιάννη Παπαϊωάννου. Τα «θραυστά», αποκυήματα
της θεωρίας του Χάους, δομές κλασματικές αλλά αυτόνομες, είναι ο αντικατοπτρισμός
του μικρού,
το απειροστό έναντι του απείρου, όπως
αυτό εκφράζεται στους «Κοσμικούς Χάρτες». Πρέπει να σημειωθεί ότι ο ζωγράφος
είχε αρχίσει να ερευνά τα «θραυστά» ενστικτωδώς, πολύ πριν μελετήσει τη θεωρία
του Χάους. Στους «Κοσμικούς Χάρτες», οι δομές είναι συνθετότερες και επιχειρείται
μια χαρτογράφηση του Κόσμου, όσο αυτό είναι δυνατόν, με πρόθεση να βρει ο
άνθρωπος θέση στο σύμπαν και να μην παραμείνει θεατής. Μπορεί να θεωρηθεί
ότι «θραυστά»
και «Κοσμικοί Χάρτες» επαναλαμβάνονται αενάως, δημιουργώντας και ορίζοντας
το χώρο, με δομές που παρέχουν κωδικούς για την ανάγνωση τους. Η τρίτη διάσταση ενυπήρχε ανέκαθεν στα έργα του Κιλεσσόπουλου. Εγγενής στα δισδιάστατα, αποδόθηκε ζωγραφικά με χρωματικές ποιότητες που χάριζαν βάθος και ύψος στο έργο. Στη συνέχεια, με τη χρήση πρόσθετων στοιχείων, όπως το χαρτί, δημιουργούνται ανάγλυφα και εισάγεται και η πραγματική τρίτη διάσταση, η οποία προκύπτει από τη φύση των υλικών. Η προσάρτηση του πραγματικού χώρου και τελικά η ταύτιση του με τον εικαστικό χώρο συντελείται επίσης σε περιβάλλοντα και εγκαταστάσεις. Ως ενδεικτικά παραδείγματα, μπορούν να αναφερθούν η «Έξοδος» (1987) και η «Ρόδα του Μύλου» (1993), καθώς και η εξωτερική τοιχογραφία στο αμφιθέατρο της Πολυτεχνικής Σχολής Α.Π.Θ. (1989) , η οποία ολοκληρωνόταν με καλωδιώσεις και μεταλλικά στοιχεία στο χώρο. Ο ζωγράφος εξομολογείται ότι «θα ήθελε τα έργα του να μπορούν να αιωρούνται στο χώρο, δίχως υποστήριγμα» και ότι κάτι τέτοιο «θα ήταν ίσως δυνατόν με τη χρήση laser». Την αδυναμία του υλικού να σταθεί αυτοδύναμα στον αέρα λύνει - εν μέρει - με τη χρήση διαφανούς μεμβράνης η οποία δίνει αυτή την ψευδαίσθηση. Δημιουργεί λοιπόν έργα πολυεπίπεδα, χρησιμοποιώντας μεμβράνες που απέχουν ελάχιστα μεταξύ τους. Αυτές όμως οι μηδαμινές αποστάσεις των δύο ή τριών εκατοστών δίνουν μιαν άλλη διάσταση στο έργο. Πρέπει να τονιστεί ότι οι μεμβράνες δουλεύονται ταυτόχρονα και συλλειτουργούν, έτσι ζωγραφικά και δομικά, τα στοιχεία όλων των επιπέδων. [*] Η μελέτη βασίζεται κυρίως στις συζητήσεις μου με τον καλλιτέχνη στο εργαστήρι του, τον Ιούλιο 2000. Ο στίχος του τίτλου είναι από το ποίημα του Νικηφόρου Βρεττάκου «Το ξεσφράγισμα των πραγμάτων». Βλ. Νικηφόρος Βρεττάκος, Οδοιπορία, Ποιήματα 1958-1967, εκδ. Διογένης, Αθήνα 1972, σελ. 25. |
||||||||
|