Aπόστολος Κιλεσσόπουλος

του Γιώργου Μουρέλου


Είναι δύσκολο να εισχωρήσει κανείς στην καρδιά ενός σύγχρονου ζωγραφικού έργου, όσο εξοικειωμένος και αν είναι με την ελευθερία που χαρακτηρίζει τη σημερινή Τέχνη. Είναι δε ακόμα πιο δύσκολο όταν το έργο αυτό είναι αυθεντικό, δεν μιμείται κανένα άλλο και δεν εντάσσεται σε μια συγκεκριμένη Σχολή. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν ανήκει αναγκαστικά στην εποχή που ζει ο ζωγράφος και στα αισθητικά ανοίγματα που αυτή του επιτρέπει να κάνει. Γιατί θα ήταν αδιανόητο να τοποθετήσουμε ένα έργο σαν του Απόστολου Κιλεσσόπουλου σε μιαν άλλη ιστορική στιγμή της Τέχνης. Μπορούμε όμως μέσα από το ίδιο το έργο να οδηγηθούμε προς τις πηγές του και να αναζητήσουμε ορισμένα κλειδιά που θα μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε" καλύτερα τη σημερινή του υπόσταση. Θα αντιληφθούμε τότε ότι πίσω από τη φαινομενικά ανεικονική του μορφή βρίσκονται υποβλητικές παραστάσεις από ανθρώπινα συμπλέγματα διασκορπισμένα σε διάφορα σημεία του κάθε πίνακα. Φτάνει να κάνουμε τον κόπο να τις αναζητήσουμε.
Θα έλεγα λοιπόν, ότι το έργο του Απόστολου Κιλεσσόπουλου, όπως μας δίνεται σήμερα, επιδέχεται μια διπλή ανάγνωση: μιαν ανάγνωση αναδρομική και θεματική και μιαν ανάγνωση καθαρά εικαστική, σαν ένα έργο δηλαδή που εμφανίζεται σαν ανεικονικό και πρέπει να αντιμετωπιστεί με καθαρά εικαστικά κριτήρια.

Θα προσπαθήσουμε να προχωρήσουμε, όσο βέβαια αυτό μας είναι δυνατό, στη διπλή αυτή ανάγνωση. Για ό,τι έχει σχέση με το παραστατικό του υπόστρωμα, είναι κυρίως οι διάφορες φάσεις της ανθρώπινης αγωνίας που παρουσιάζεται σαν μια πάλη ανάμεσα στο ίδιο και το άλλο, που το χαρακτηρίζει. Η παρουσία τους και η απουσία τους, η πληρότητα και το άδειασμα τους δείχνουν πόσο τα ανθρώπινα συμπλέγματα είναι πρόσκαιρα και ότι, σε τελευταία ανάλυση, κάθε πρόσβαση προς τον έρωτα και τη ζωή οδηγεί τελειωτικά προς το χωρισμό και το θάνατο. Το δραματικό αυτό στοιχείο που είναι συνυφασμένο με το έργο του και βρίσκεται στο βάθος της έμπνευσης του Απόστολου Κιλεσσόπουλου, μετουσιώνεται σε ζωγραφικό και οδηγεί στο ξέσπασμα των χρωμάτων που χαρακτηρίζει, όλο και περισσότερο τη ζωγραφική του.

Έρχομαι τώρα στη δεύτερη ανάγνωση του έργου, την καθαρά εικαστική. Σε μια παλαιότερη παρουσίαση μου της δουλειάς του Απόστολου Κιλεσσόπουλου επεσήμανα το γεγονός ότι η ζωγραφική του, ιδωμένη από την πλευρά αυτή είναι ταυτόχρονα μια ζωγραφική αυστηρά δομημένη και μια ζωγραφική αναπλαστική διανθισμένη από λεπτό και προσωπικό λυρισμό. Η τελευταία αυτή λέξη φαίνεται να ενοχλεί τον καλλιτέχνη που πιστεύει ότι αυτό που κυριαρχεί στο έργο του είναι το δραματικό στοιχείο. Όμως, κατά τη γνώμη μου, το ένα δεν αναιρεί το άλλο, γιατί πίσω από τη σύγκρουση των μορφών, έστω και αν αυτή είναι υπολανθάνουσα στα τελευταία του έργα, και τον εκρηκτικό τους δυναμισμό, βρίσκεται ένα δράμα γένεσης και φθοράς. Με τη διαφορά ότι ταυτόχρονα με όλα αυτά το χρώμα του ζωγράφου υποβάλλει μια μαγεία που θυμίζει τους ωραίους αυτούς στίχους του Σολωμού:
«Το χάσμα που άνοιξε ο σεισμός το πλημμύρισαν άνθη».

Άλλωστε η παρομοίωση των χρωματικών κηλίδων με λουλούδια, που οπωσδήποτε δεν αντανακλά τις προθέσεις του καλλιτέχνη, όταν γίνεται μερικές φορές, βρίσκεται έξω από τις προθέσεις του και έχει ένα καθαρά συμβολικό χαρακτήρα. Γιατί δεν πρόκειται εδώ για κανενός είδους προσπάθεια απεικόνισης, αλλά για μια χρωματική μουσική με την οποία είναι συνυφασμένη αυτή η ίδια η ύλη της ζωγραφικής.
Μα μια και αναφέρθηκα σε προηγούμενες δικές μου παρουσιάσεις των έργων του θα μιλήσω για μια ακόμη: στη σύγκριση μερικών έργων του μιας ορισμένης εποχής με αστρικά νεφελώματα. Θα επιμείνω και σήμερα σ' αυτήν την εικόνα που δανείζομαι από τη θέαση του νυχτερινού ουρανού και τις παραστάσεις που έχω από βιβλία μου Αστρονομίας. Η τελευταία δουλειά του, η τόσο προχωρημένη και ξεκάθαρη, με κάνει να σκέπτομαι, όχι πια απλά νεφελώματα αλλά εκρήξεις άστρων σαν αυτές που διαμορφώνουν τα νόβα ή ακόμα περισσότερο τη διασπορά της ύλης μέσα στο Σύμπαν όπως αυτή προέκυψε από το αρχικό Big Bang. Μόνο που εδώ δεν είναι ο ουρανός που πλημμυρίζει από τις διαδοχικές μορφές των γαλαξιών και των άστρων μα η επιφάνεια ενός πίνακα με τις ποικιλίες των χρωμάτων και την εσωτερική πάλη που γίνεται ανάμεσα τους και που όμως, όπως και τα ουράνια φαινόμενα, παρ' όλο το δυναμισμό διέπεται από μια πρωταρχική ισορροπία. Γιατί χωρίς ισορροπία δεν μπορεί να υπάρξει έργο τέχνης πραγματικό.
Έχουμε λοιπόν να κάνουμε, στο έργο του Απόστολου Κιλεσσόπουλου, με τη συγκυρία δύο διαφορετικών δεδομένων: με βιώματα εσωτερικά και με επιτεύγματα καθαρά εικαστικά που όμως δεν είναι ανεξάρτητα μεταξύ τους. Φτάνει, ξεκινώντας από την ποιότητα και την διάταξη των χρωμάτων, να κατορθώσουμε να τα διακρίνουμε και να τα συσχετίσουμε.

Θα ήθελα όμως, πριν τελειώσω τη σύντομη αυτή επισκόπηση, να τονίσω και κάτι ακόμα. Εκτός από την αίσθηση μαγείας που προκαλεί το τιθασευμένο ξέσπασμα των χρωμάτων, υπάρχει και ένα άλλο μέρος του έργου του Απόστολου Κιλεσσόπουλου που με συγκινεί ιδιαίτερα. Είναι τα σχέδια του με το παιχνίδι του άσπρου και του μαύρου. Παλαιότερα και σ' αυτά διαγράφονταν πιο συγκεκριμένα συμπλέγματα ανθρώπινων σωμάτων που εξακολουθούν να υπάρχουν πολύ πιο αόριστα και στα τελευταία του έργα. Και λέω πιο αόριστα, γιατί έχουν μετουσιωθεί με τον καιρό σε πιο ελεύθερες αλλά και σε πιο υποβλητικές πλαστικές κατασκευές. Μέσα από αυτά τα σχέδια ανοίγεται τώρα μπροστά στα μάτια μας ένας καινούργιος κόσμος που περικλείνει ένα δικό του βίωμα και μας οδηγεί σε μια πρωτόγνωρη, θα έλεγα έκσταση. Γιατί ας μην το κρύβουμε. Όσο κι αν δεν θέλουμε να το πιστέψουμε καθώς είμαστε κλεισμένοι στα πλαίσια της καθημερινής συμβατικότητας, η Τέχνη είναι πριν από όλα αποκάλυψη ενός άλλου κόσμου, που βέβαια τον δημιουργεί ο καλλιτέχνης μα που παράλληλα δημιουργεί και τον ίδιο. Από τη στιγμή που θα κατορθώσει να τον προβάλει μέσα από το έργο του, ο κόσμος αυτός θα ξετυλίγεται μπροστά μας και θα μας καλεί να συμμετάσχουμε στο μυστικό νόημα του.

 

Γιώργος Μουρέλος
Ομότιμος καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης
Αντεπιστέλλον μέλος του Ινστιτούτου της Γαλλίας

Ζωγραφική και Σχέδια από το 1960 έως το 1988