Aπόστολος Κιλεσσόπουλος

του Χρύσανθου Χρήστου


Ο Απόστολος Κιλεσσόπουλος μπορεί να θεωρηθεί σαν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες μορφές της μεταπολεμικής μας Τέχνης. Με σπουδές αρχιτεκτονικής και ζωγραφικής στο Darmstadt, κινηματογράφου στην Αθήνα, σκηνοθεσίας και σκηνογραφίας όπερας στη Ρώμη, βαθειά καλλιέργεια, ουσιαστική προσάρτηση και προσωπική αφομοίωση των κατακτήσεων της σύγχρονης Τέχνης, κατορθώνει να φτάσει από πολύ νωρίς σε μια ζωγραφική γλώσσα που διακρίνεται για τον εκφραστικό της πλούτο, την εσωτερική της αλήθεια και τον κοσμογονικό της χαρακτήρα. Με τον Κιλεσσόπουλο έχουμε έναν καλλιτέχνη με ποιητική προδιάθεση ο οποίος αποβλέπει και κατορθώνει να εκφράσει το όραμα του κόσμου μέσα από έναν ιδιόμορφο λυρισμό, χωρίς να δεσμεύεται από την οπτική πραγματικότητα. Γιατί τα οπτικά του ερεθίσματα μεταφράζονται πάντα σε εκφραστικές αξίες που καθορίζονται από το συχνά καθαρά μουσικό τους περιεχόμενο και τον κυρίαρχο ρόλο του χρώματος.

Στις παλαιότερες γνωστές μας προσπάθειες, ο Κιλεσσόπουλος κινείται προς μια κατεύθυνση στην οποία διατηρείται η επαφή με τον αντικειμενικό κόσμο. Αλλά και στις προσπάθειες αυτές, έργα της εποχής των σπουδών του, ανάμεσα στο 1962 και το 1966, δεν είναι τα εξωτερικά χαρακτηριστικά και οι περιγραφικοί τύποι που δίνουν τον τόνο. Είναι πάντα η σχηματοποίηση των μορφών και η έμφαση στο ρόλο του χρώματος που καθορίζουν τη σύνθεση. Στα έργα αυτά, οι ανθρώπινες μορφές και τα θέματα του φυσικού κόσμου έχουν αποβάλλει τα αντικειμενικά και συγκεκριμένα τους χαρακτηριστικά και εμφανίζονται σαν εκφραστικές αξίες. Μεταβάλλονται σε σύνολα τα οποία συνδυάζουν καμπυλόγραμμα και οξυγώνια θέματα που συνεργάζονται ή συγκρούονται και ολοκληρώνονται μέσα από τις χρωματικές διατυπώσεις. Τα χρώματα, με τη σειρά τους, εισάγουν ένα είδος συνομιλίας ανάλογης με εκείνη των μορφών, ενδυναμώνοντας και πυκνώνοντας έτσι τη φωνή των έργων. Ο χώρος στα έργα αυτά είναι απροοπτικός και δυναμικός και τα συνθετικά στοιχεία παρουσιάζονται να κινούνται ελεύθερα. Στις «Βάρκες» του 1966 και σε μια σειρά «Νεκρές φύσεις» από τα χρόνια 1967-70, εύκολα διαπιστώνεται η ικανότητα του ζωγράφου να μεταβάλλει τον φυσικό κόσμο και τα ερεθίσματα απ' αυτόν σε ζωγραφικές αξίες που οδηγούν στο ουσιαστικό. Η χρησιμοποίηση του κολάζ σε μερικά από τα έργα αυτής της περιόδου επιτρέπει στον Κιλεσσόπουλο να προχωρήσει μακρύτερα, σε μια περιοχή όπου συνδυάζεται η σουρεαλιστική ελευθερία με την αυτόματη γραφή της και οι αφηρημένες διατυπώσεις σε σύνολα που συναρπάζουν με τη δύναμη υποβολής του χρώματος και την οργανωτική τους πληρότητα. Σε έργα του όπως η «Πόλη» «Hommage a Braque», τα μορφικά στοιχεία αναπτύσσονται ελεύθερα, τα χρώματα επιβάλλονται με την εσωτερικότητα τους, το σύνολο ισορροπεί θαυμαστά ανάμεσα στη στάση και στην κίνηση, την εξωτερική και την εσωτερική αλήθεια.

kilessopoulos, κιλεσσόπουλος, ζωγραφική, painting, multiverse, nebula, cosmic maps, νεφελώματα, κοσμικά τοπία

Το πέρασμα στην αφαίρεση πραγματοποιείται αποφασιστικά από το 1976 όταν ο Κιλεσσόπουλος το υποδηλώνει ακόμα και εξωτερικά, μέσω των τίτλων των έργων του που είναι «σύνθεση» ή «χωρίς τίτλο». Πρόκειται για ό,τι θα μπορούσε κανείς να ονομάσει λυρική αφαίρεση ή αφηρημένη τοπιογραφία η οποία στα έργα της χρονικής περιόδου 1976-1980 παίζει καθοριστικό ρόλο, με την έμφαση στα ψυχρά κυρίως χρώματα και στην κίνηση. Με υπερτονισμένο, σε μερικές περιπτώσεις, το κέντρο και, σε άλλες, την ισόρροπη ανάπτυξη των μορφών, η ζωγραφική επιφάνεια παρουσιάζεται σαν ένα πεδίο δυνάμεων που κινούνται προς όλες τις κατευθύνσεις. Στα έργα αυτά έχουμε τώρα κάθε είδους μορφώματα που κινούνται, μεταβάλλονται, προχωρούν προς το βάθος ή αναδύονται προς την επιφάνεια, νέους κόσμους που δημιουργούνται μπροστά στα μάτια μας. Άπειρες τονικές διαβαθμίσεις ολοκληρώνονται με παρεμβολές καλλιγραφικών τύπων που προσφέρουν νέες διαστάσεις στον πίνακα. Ελεύθερα θέματα και καμπυλόγραμμα σχήματα, δυναμικά διαγώνια στοιχεία και γραμμικά χαρακτηριστικά, μεγάλες και μικρές επιφάνειες, χρωματικοί όγκοι και μικρές κηλίδες, δημιουργούν έναν χώρο που διευρύνεται, μεταμορφώνεται, μεταβάλλεται, που συχνά, όπως έχει ήδη σημειωθεί τόσο εύστοχα από τον Γιώργο Μουρέλο, μας δίνει σύνολα που θυμίζουν αστρικά νεφελώματα, άλλοτε πάλι κάτι από τον βυθό της θάλασσας, ωστόσο πλούσια πάντα σε εκφραστικές προεκτάσεις. Γιατί, στην ουσία, ο χώρος των έργων δεν έχει τίποτα να κάνει με τον γνωστό φυσικό χώρο. Είναι ένας εσωτερικός και καθαρά ζωγραφικός χώρος, φορτισμένος από την κίνηση των μορφών και το δυναμικό περιεχόμενο των χρωμάτων που συχνά λειτουργούν σαν ηλεκτρικές εκκενώσεις.

kilessopoulos, κιλεσσόπουλος, ζωγραφική, painting, multiverse, nebula, cosmic maps, νεφελώματα, κοσμικά τοπίαkilessopoulos, κιλεσσόπουλος, ζωγραφική, painting, multiverse, nebula, cosmic maps, νεφελώματα, κοσμικά τοπία

Καινούργια στοιχεία εισβάλλουν στη ζωγραφική του Κιλεσσόπουλου από το 1980 μέσα από ένα γονιμότερο συνδυασμό θερμών και ψυχρών χρωμάτων. Ενώ στις παλαιότερες προσπάθειες του παρατηρούσε κανείς μια ιδιαίτερη προτίμηση προς τα ψυχρά χρώματα, το μπλε κυρίως, τώρα έρχονται ή, καλύτερα, επανέρχονται να παίξουν σημαντικό ρόλο και τα θερμά, πορτοκαλί και κόκκινο που μαζί με μια εξαιρετικά τονισμένη επιβολή των κινητικών στοιχείων εντατικοποιούν στο έπακρο τον χώρο. Στα πιο χαρακτηριστικά έργα τα ζωγραφισμένα κατά το 1982, ο θεατής παρασύρεται από έναν πολυεστιακό χώρο, υποχρεώνεται να παρακολουθήσει τη συμπλοκή χρωμάτων και μορφών, μεταφέρεται σ' έναν μαγικό κόσμο. Ό,τι κάνει μεγαλύτερη εντύπωση τώρα είναι η μουσικοποίηση της ζωγραφικής επιφάνειας. Έχει κανείς την εντύπωση πως ακούει τα χρώματα να παίζουν ένα μυστικό συμφωνικό έργο που χαρίζει στη σύνθεση διαχρονικό χαρακτήρα. Σε πολλές περιπτώσεις επίσης, μια εκρηκτική ένταση μέσα από τις τονισμένες αντιθέσεις των ψυχρών με τα θερμά χρώματα παραπέμπει σ' έναν εξπρεσσιονισμό καθαρά προσωπικό αφού αποφεύγει κάθε ακρότητα.

Στις πρόσφατες προσπάθειες του Κιλεσσόπουλου, έργα ζωγραφισμένα μετά το 1984 -ελαιογραφίες, υδατογραφίες και σχέδια, κορυφώνεται η αμεσότητα του χρώματος, το σύνολο δονείται από δραματικότητα. Ο καλλιτέχνης προχωρεί προς το συνολικό έργο, συνδυάζοντας τη ζωγραφική, τη γλυπτική, τη μουσική και τις οσμές σ' ένα λειτουργικό όλο. Οι πίνακες ξεχύνονται στο δάπεδο, βγαίνοντας από τα συμβατικά πλαίσια των δύο διαστάσεων, γλυπτά αιωρούνται στον χώρο που μεταβάλλεται έτσι σε ένα εσωτερικό στο οποίο ο θεατής περιδιαβαίνει πλημμυρισμένος αισθήσεις, αγγίζοντας την καρδιά του έργου και του νοήματος των πραγμάτων.

Μακρυά από κάθε προσπάθεια επιστροφής σε γνωστούς και καθιερωμένους τύπους η καλλιτεχνική αυτή έκφραση δονείται από δυνάμεις κοσμογονικές.

Χρύσανθος Χρήστου
Καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών

Ζωγραφική και Σχέδια από το 1960 έως το 1988